Συμπληρώθηκαν 104 χρόνια από την ημέρα που μια από τις πιο όμορφες ιστορίες στα χρονικά έλαβε χώρα κοντά σε μια άσημη βελγική πόλη. Την Ιπρ. Μια ιστορία που, ως και το λυκαυγές του προηγούμενου αιώνα, κυκλοφορούσε περισσότερο ως ένα παραμύθι των ηρώων του πολέμου, ως ένα θρύλος. Ωστόσο επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από μαρτυρίες επιζώντων και επιστολές στρατιωτών που έγιναν μάρτυρες μια ιστορικής, αυθόρμητης εκεχειρίας, η οποία συνδυάστηκε με ποδόσφαιρο και, δυστυχώς, κράτησε λίγο.
104 χρόνια πριν, παραμονή Χριστουγέννων του 1914, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήδη αριθμεί τέσσερις μήνες εχθροπραξιών κι απλώνεται στη γηραιά ήπειρο. Ο εν λόγω πόλεμος ήταν ο σκληρότερος και φονικότερος απ όσους η ανθρωπότητα είχε ζήσει μέχρι τότε και τη νίκη, υπέρ των συμμαχικών δυνάμεων της Αντάντ, έκρινε το δυτικό μέτωπο. Εκεί τέθηκαν αντιμέτωπες οι δυνάμεις της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας με αυτές της Γαλλίας, της Βρετανίας, του Βελγίου και, αργότερα, των ΗΠΑ. Μάχες στα χαρακώματα φυσικά, όπου εκατομμύρια βρήκαν τον θάνατο όχι από σφαίρα εχθρού από τις κακουχίες και το κρύο.
«Αγκάλιαζα ανθρώπους που πριν από λίγη ώρα προσπαθούσα να σκοτώσω»
Εκατοντάδες μίλια μέσα στο Βέλγιο, τα γερμανικά στρατεύματα είχαν παραταχθεί μέσα σε τάφρους, σε ελάχιστη απόσταση από τα αντίπαλα γαλλικά, βελγικά, βρετανικά και καναδέζικα χαρακώματα. Ανάμεσα στις δύο γραμμές, η εφιαλτική No Man’s Land, μία διάσπαρτη με παγωμένα κορμιά και νάρκες ουδέτερη ζώνη. Κατά καιρούς μια λευκή σημαία ανέβαινε και μια άοπλη ομάδα στρατιωτών από τη μία ή την άλλη πλευρά διακινδύνευε μαζεύοντας τους πληγωμένους και θάβοντας τους νεκρούς της.
Λίγες ώρες πριν τα Χριστούγεννα, περιγράφει ο τελευταίος εν ζωή στρατιώτης, ο Σκωτσέζος Αλφρεντ Άντερσον (απεβίωσε το 2005 σε ηλικία 109 ετών), μερικοί Γερμανοί στρατιώτες σκέφτηκαν ότι θα ήταν καλή ιδέα να στολίσουν τη δική τους πλευρά των χαρακωμάτων. Έβαλαν μικρά κεράκια πάνω στα δέντρα και άρχισαν να τραγουδούν τα κάλαντα. Απέναντι, κάποιοι Βρετανοί, άρχισαν και αυτοί να τραγουδούν στη δική τους γλώσσα. Όλα αυτά συνέβαιναν ενώ η κάθε πλευρά ήταν κρυμμένη. Ο φόβος ότι αν κάποιος έκανε το πρώτο βήμα και άφηνε τη θέση του, θα είχε κάνει και το μοιραίο λάθος, παρέλυε τις αισθήσεις. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη κι ύστερα από λίγη ώρα άρχισαν και οι ανταλλαγές ευχών και δώρων ανάμεσα στους στρατιώτες, που σύντομα συναντήθηκαν στη νεκρή ζώνη. Ουίσκι, τσιγάρα και σοκολάτες άλλαζαν χέρια. «Αγκάλιαζα ανθρώπους που πριν από λίγη ώρα προσπαθούσα να σκοτώσω» είχε πει ένας Άγγλος στρατιώτης μιλώντας χρόνια αργότερα στο BBC.
«Η ομίχλη είχε σχεδόν διαλυθεί, όταν άκουσα μια φωνή να λέει ότι Βρετανοί και Γερμανοί είχαν βγει από τα χαρακώματα και αντάλλασσαν δώρα. Σύντομα εμφανίστηκε ένας Σκωτσέζος στρατιώτης κρατώντας μια μπάλα ποδοσφαίρου αλλά έμοιαζε τελείως παράταιρη με το σκηνικό της μάχης. Μέσα σε λίγα λεπτά ο αγώνας είχε αρχίσει. Το να παίζεις πάνω στον πάγο δεν ήταν καθόλου εύκολο, παρόλα αυτά προσπαθήσαμε να μείνουμε πιστοί στους κανονισμούς» αναφέρει η μαρτυρία ενός Βέλγου.
Το ματς, και δη χωρίς διαιτητή, διήρκησε μία ώρα και οι Γερμανοί τελικά κίνησαν 3-2. Μάλιστα η αναμέτρηση έληξε άδοξα όταν η (αυτοσχέδια, από άχυρο και δεμένη με σύρμα!) μπάλα διαλύθηκε, χτυπώντας σε ένα συρματόπλεγμα. Το ίδιο πρόχειρα ήταν και τα γκολπόστ για τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ξύλα, χλαίνες και κράνη.
Ιστορία αγάπης, ανθρωπιάς και ειρήνης
Η άτυπη εκεχειρία επεκτάθηκε κατά μήκος των 800 χιλιομέτρων του δυτικού μετώπου, όπου στρατοπέδευαν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο στρατιώτες. Ενας από τους τελευταίους επιζώντες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ο Μπέρτι Φέλσταντ, ο οποίος μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του το φθινόπωρο του 2001 και σε ηλικία 106 ετών, θυμόταν με πολλές λεπτομέρειες την ιστορική ανακωχή. «Τα όπλα σίγησαν και οι στρατιώτες άρχισαν να βγαίνουν από τα χαρακώματά τους» είχε δηλώσει σε μια συνέντευξή του ο Ουαλός που πολέμησε ως τυφεκιοφόρος κοντά στο γαλλικό χωριό Λαβεντί: «Αφήσαμε και εμείς τα όπλα μας και συναντήσαμε τον εχθρό. Απ’ όσο θυμάμαι, οι Γερμανοί βγήκαν πρώτοι και άρχισαν να έρχονται προς το μέρος μας. Τους αντιγράψαμε αυθόρμητα. Χαιρετηθήκαμε και αρκετοί από εμάς άρχισαν να παίζουν ποδόσφαιρο. Μην φαντάζεστε τίποτα οργανωμένο. Μια αυτοσχέδια μπάλα βρέθηκε από το πουθενά και περίπου 50 άτομα αλλάζαμε πάσες».
Όταν οι στρατιώτες των δύο πλευρών είχαν βγει από τα χαρακώματα, ένας Βρετανός εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση και είχε στήσει ένα αυτοσχέδιο κουρείο στην ουδέτερη ζώνη. Ο κουρέας «αδιαφορούσε πλήρως τι εθνικότητας ήταν οι πελάτες του, απλώς χρέωνε δύο τσιγάρα το κάθε κούρεμα» περιγράφει το γεγονός στο ημερολόγιό του ο Γερμανός στρατιώτης Γιόζεφ Σέμπαλντ! «Μπορεί να ήταν πόλεμος, ωστόσο δεν υπήρχε ούτε ένα ίχνος εχθρότητας ανάμεσα στους στρατιώτες, οι οποίοι έπαιζαν ποδόσφαιρο μέχρι τελικής πτώσεως» συμπληρώνει, θυμίζοντας ότι το ποδόσφαιρο ήταν αναπόσπαστο κομμάτι με εκείνα τα ιστορικά Χριστούγεννα του 1914.
Το πρωί των Χριστουγέννων, Βρετανοί και Γερμανοί έθαψαν τους νεκρούς τους, απαγγέλοντας μαζί τον 23ο Ψαλμό του Δαυίδ «Κύριος ποιμαίνει με και ουδέν με υστερήσει…». Στη συνέχεια έσφιξαν τα χέρια, φλυάρησαν, αντάλλαξαν ουίσκι, μαρμελάδες, τσιγάρα και σοκολάτες και κατέβασαν πολλά λίτρα μπύρας μαζί με αυτούς που λίγο πριν προσπαθούσαν να σκοτώσουν. Ο Τζον Φέργκιουσον από τα Χάιλαντς, μνημονεύει: «Τι θέαμα! Μικρά γκρουπ Γερμανών και Βρετανών σε όλο το μήκος του μετώπου. Γέλια, φωτίτσες. Και καθώς δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε, συνεννοηθήκαμε τραγουδώντας…».
Μια ιστορία αγάπης, ανθρωπιάς και ειρήνης στην καρδιά του πολέμου, ο οποίος ολοκληρώθηκε το 1918 με 9 εκατομμύρια νεκρούς και 21 εκατομμύρια τραυματίες. Ο καθένας μιλούσε στη γλώσσα του σε εκείνη τη μοναδική ανακωχή. Όμως εκείνη η ιδιόρρυθμη Βαβέλ δεν χώριζε τους λαούς. Τους ένωνε.
Για την ιστορία, για να αποφευχθούν παρόμοια φαινόμενα, τα στρατηγεία των χωρών που συμμετείχαν στον πόλεμο διέτασσαν ανηλεείς βομβαρδισμούς τις ημέρες των Χριστουγέννων.
Το ημερολόγιο του υπολοχαγού Κουρτ Τσέμις
Η ανακωχή στο βελγικό μέτωπο, κοντά στην Ιπρ, κράτησε μόνο για το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων όμως σε άλλες περιοχές συνεχίστηκε μέχρι την Πρωτοχρονιά! Οι στρατηγοί και των δύο πλευρών έγιναν έξαλλοι όταν τα γεγονότα μαθεύτηκαν. Εξ ου και διατάχθηκαν εκτεταμένοι βομβαρδισμοί τις επόμενες ημέρες ενώ οι στρατιώτες δεν έμεναν ποτέ σταθεροί σε ένα μέτωπο, ώστε να μην έρχονται κοντά με τους αντιπάλους.
Το 1999, στο σημείο από όπου ξεκίνησε η ανακωχή στήθηκε ένας ξύλινος σταυρός, για να θυμίζει σε όλους εκείνο το βράδυ του 1914. Η ιστορία από γερμανικής πλευράς επιβεβαιώθηκε μόλις το 2006 από ένα βιβλίο που εξέδωσαν οι εκδόσεις Bertelsmann με στοιχεία που συνέλεξε ο ιστορικός και συγγραφέας Μίκαελ Γιουργκς. Μάλιστα βρήκε αδημοσίευτες επιστολές και ημερολόγια Γερμανών που βρίσκονταν τότε στα χαρακώματα, κυρίως από το ημερολόγιο του υπολοχαγού Κουρτ Τσέμις.
«Αρχικά δεν μπορούσα να διαβάσω τα ημερολόγια του πατέρα μου» είπε στην αγγλική εφημερίδα «Guardian» στα 85 του πριν από τρία χρόνια ο γιος του, Ρούντολφ Τσέμις, εξηγώντας ότι ο πατέρας του χρησιμοποιούσε μια αρχαϊκή μορφή στενογραφίας και χρειάστηκε τη βοήθεια ενός γηραιότερου καθηγητή για την… αποκρυπτογράφηση.
Όλα αυτά αποτελούν φυσικά την πιο αυθόρμητη ανακωχή της παγκόσμιας ιστορίας. Και όλα ξεκίνησαν πρόχειρα και επεκτάθηκε ταχύτατα, σχεδόν αστραπιαία. Φαίνεται ότι την πρωτοβουλία πήρε ένας Γερμανός στρατιώτης, που εκτός από τη μητρική του γλώσσα, μιλούσε και αγγλικά. Σύμφωνα με τον Τσέμις ήταν ο οπλίτης Μέκελ, αγνώστων λοιπών στοιχείων.
Η περιγραφή του Τσέμις είναι συγκλονιστική: «Ο στρατιώτης Μέκελ από τον λόχο μου, ο οποίος είχε ζήσει πολλά χρόνια στην Αγγλία, φώναξε στους Βρετανούς μιλώντας τους στα αγγλικά και σύντομα ξεκίνησε μια ζωηρή συζήτηση. Τελικά οι στρατιώτες βγήκαν από τα χαρακώματα, έσφιξαν τα χέρια στην ουδέτερη ζώνη και αλληλοευχήθηκαν χαρούμενα Χριστούγεννα μιλώντας ο καθένας στη γλώσσα του. Συμφωνήθηκε ότι την επόμενη ημέρα, ανήμερα της σημαντικότερης γιορτής των Καθολικών, κανείς δεν θα πυροβολούσε. Βάλαμε ακόμη περισσότερα κεριά στο μήκους ενός χιλιομέτρου χαρακώματός μας, αλλά και χριστουγεννιάτικα δένδρα. Οι Βρετανοί εξέφρασαν τη χαρά τους για τη φωταψία με σφυρίγματα και χειροκροτήματα. Πέρασα όλη τη νύκτα ξύπνιος, όπως και οι περισσότεροι. Αν και κάπως κρύα, η νύχτα εκείνη ήταν υπέροχη» κατέληξε ο Γερμανός δάσκαλος, ο οποίος έχασε τη ζωή του στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τη διάρκεια του οποίου είχε αιχμαλωτιστεί από Ρώσους στρατιώτες.
Από τις βελγικές ακτές ως τα ελβετικά σύνορα, όλοι γιόρτασαν εκείνα τα Χριστούγεννα. Εκτός φυσικά από τους στρατηγούς αλλά και έναν Αυστριακό δεκανέα, ο οποίος αρκετά χρόνια αργότερα, στο βιβλίο «Ο Αγών Μου» ανέφερε το περιστατικό και σημείωσε πως «τέτοιες συνεννοήσεις μεταξύ απλών στρατιωτών θα έπρεπε να απαγορεύονται». Ο εν λόγω Αυστριακός ονομαζόταν Αδόλφος Χίτλερ…
Το τραγούδι που έριξε τα… τείχη
Η μαρτυρία του Φράνσις Τόλιβερ από το Λίβερπουλ ήρθε να προστεθεί στις άλλες φίλων και εχθρών. Καθώς ήταν ξαπλωμένος στη βραχώδη και παγωμένη γη άκουσε από την αντικριστή γραμμή κάποια φωνή να τραγουδά. Το τραγούδι, που ζέστανε την παγωμένη ατμόσφαιρα, ήταν αυτό που οι Γερμανοί ονομάζουν «Stille Nacht», οι Άγγλοι «Silent Night» και οι Έλληνες «Άγια Νύχτα». Τα πολεμικά τείχη είχαν πέσει για λίγες ώρες. Οι μάχες θα συνεχίζονταν σε λίγο το ίδιο αδυσώπητες και πολυαίμακτες. Πολλοί από εκείνους που τραγούδησαν, δεν έμελλε να γυρίσουν στα σπίτια τους. Τη γέννηση του Θείου Βρέφους δεν έμελλε να γιορτάσουν επιστρέφοντας στην ειρηνική δημιουργική ζωή. Ο καταστροφικός πόλεμος τους αφάνισε.
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, γνωστός επίσης ως Μεγάλος Πόλεμος, διήρκεσε από τον Αύγουστο του 1914 μέχρι τις 11 Νοεμβρίου 1918. Αυτό το χρονικό διάστημα ήταν ικανό για να χαθούν 9 εκατομμύρια ζωές. Ο χάρτης της Ευρώπης άλλαξε ριζικά και οδηγήθηκαν σε κατάρρευση τέσσερις αυτοκρατορίες: η Γερμανική, η Ρωσική, η Οθωμανική και η Αυστροουγγαρία. Αντιμέτωπα βρέθηκαν τα στρατεύματα της Αντάντ (κυρίως Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία ως τις αρχές του 1918, Ηνωμένες Πολιτείες από το 1917) και των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Οθωμανική Αυτοκρατορία και Βουλγαρία). Τη νίκη κατέκτησε η συμμαχία της Αντάντ στην οποία είχε προσχωρήσει και η Ελλάδα.
Ο Μεγάλος Πόλεμος ήταν ο σκληρότερος και φονικότερος απ’ όσους η ανθρωπότητα είχε ζήσει μέχρι τότε. Έκρυβε οδυνηρές εκπλήξεις ακόμα και γι αυτούς που ήταν ατσαλωμένοι στη φρίκη του πολέμου.
Η ανακωχή έγινε… ταινία
Το περιστατικό των πολεμικών Χριστουγέννων του 1914 έγινε και κινηματογραφική ταινία, που προβλήθηκε στις αθηναϊκές αίθουσες το 2005. Έχει τίτλο «Καλά Χριστούγεννα» (Joyeux Noël) και σκηνοθετήθηκε από τον Κριστιάν Καριόν. Η ταινία δείχνει πώς οι άνθρωποι μπορούν να συμφιλιωθούν ακόμα και όταν πολεμούν σε αντίπαλους στρατούς. Η πλοκή της υπόθεσης γίνεται ακόμα πιο συγκινητική επειδή στηρίζεται στην αληθινή ιστορία.
Ξαναζωντανεύει σκηνές από τα γαλλοελβετικά σύνορα, καθώς πλησιάζουν τα Χριστούγεννα του 1914. Τα στρατεύματα των αντιμαχομένων βρίσκονται καθηλωμένα στα χαρακώματά τους. Οι στρατιώτες είναι εγκλωβισμένοι στις λάσπες και νιώθουν απελπισία που οι οικογένειές τους είναι μακριά. Την παραμονή της γιορτής, με αφορμή τη μουσική που ακούγεται μέσα από κάποια χαρακώματα, οι εχθρικοί στρατοί έρχονται σε επαφή και αποφασίζουν την ανακωχή. Την επόμενη μέρα αρνούνται να πολεμήσουν προκαλώντας την οργή των διοικητών τους. Πρωταγωνιστούν οι Γκιγιόν Κανέ, η Νταϊάν Κρούγκερ ο Ντάνιελ Μπρουλ και ο Γκάρι Λιούις.