Επιχείρηση «σκούπα» διενεργήθηκε από το FBI και την ελβετική αστυνομία τα ξημερώματα της Τετάρτης (27/5) στο ξενοδοχείο «Baur au Lac» στη Ζυρίχη, όπου είχαν καταλύσει μέλη της ΦΙΦΑ για το ετήσιο συνέδριο της Ομοσπονδίας και τις εκλογές για πρόεδρο που θα γίνουν την Παρασκευή (29/5).
Όπως αναφέρει δημοσίευμα των «New York Times» οι αρχές προχώρησαν στη σύλληψη έξι υψηλόβαθμων στελεχών της ΦΙΦΑ με τις κατηγορίες του εκβιασμού, της δωροδοκίας και του ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος και γίνεται προσπάθεια να εκδοθούν στις ΗΠΑ.
Συγκεκριμένα, περίπου δώδεκα αστυνομικοί, κατόπιν οργάνωσης της επιχείρησης από το FBI και υπό την ευθύνη της εισαγγελέως Νέας Υόρκης, Λορέτα Λιντς, πήραν τα κλειδιά από τη ρεσεψιόν και μπήκαν στα δωμάτια των στελεχών, θέλοντας να τους αιφνιδιάσουν.
Μάλιστα, σύμφωνα με τους «Times» κάποιοι από τους συλληφθέντες προέρχονται από το περιβάλλον του Σεπ Μπλάτερ και μεταξύ άλλων είναι οι Τζέφρι Γουέμπ και Ευγένιο Φιγερέδο και Τζακ Γουόρνερ. Το περιστατικό αναμένεται να επηρεάσει την εικόνα του προέδρου της ΦΙΦΑ εν όψει των εκλογών, όπου έχει θέσει υποψηφιότητα και ο πρίγκιπας Αλί Μπιν Αλ Χουσεΐν.
Η ανακοίνωση της ελβετικής εισαγγελίας ανέφερε: «Έξι συλλήψεις παραγόντων ποδοσφαίρου πραγματοποιήθηκαν σήμερα στη Ζυρίχη, από την αστυνομία του καντονιού της Ζυρίχης. Το εισαγγελικό γραφείο εξέδωσε εντάλματα σύλληψης μετά από παραγγελία των αμερικανικών αρχών. Η εισαγγελία της ανατολικής περιφέρειας της Νέας Υόρκης ερευνά τα συγκεκριμένα άτομα με την υποψία της δωροληψίας και χρηματισμού μεταξύ των αρχών του ’90 και σήμερα.
Οι ύποπτοι δωροδοκίας -εκπρόσωποι αθλητικών media και αθλητικών εταιριών προώθησης- φέρονται να έχουν εμπλακεί σε υποθέσεις πληρωμής προς τους ποδοσφαιρικούς παράγοντες – αξιωματούχους της FIFA και άλλων θυγατρικών της FIFA, συνολικού ύψους 100.000.000 δολαρίων ΗΠΑ. Ως αντάλλαγμα, φέρονται να αποδέχθηκαν δικαιώματα τηλεοπτικά, μάρκετινγκ και χορηγίες σχετικά με ποδοσφαιρικά τουρνουά στη Λατινική Αμερική. Σύμφωνα με την αμερικανική παραγγελία, αυτά τα εγκλήματα συμφωνήθηκαν και προετοιμάστηκαν στις ΗΠΑ και οι πληρωμές πραγματοποιήθηκαν μέσω αμερικανικών τραπεζών».