Το βιβλίο αυτό θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω και ως μικρό απωθημένο, παρότι δεν έχει κυκλοφορήσει πολύ καιρό (εδώ και 13 μήνες) αλλά λόγω κάποιων συγκυριών δεν είχα καταφέρει να το αποκτήσω εξαρχής.

Η πανδημία ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αποκαταστήσω την τάξη και μέσω της δυνατότητας που μας χαρίζει απλόχερα η τεχνολογία να κάνω τελικά την πολυπόθητη παραγγελία (ένα βράδυ και μάλιστα αργά μετά τα μεσάνυχτα) για να μπορέσω να το έχω σε λίγες ημέρες στα χέρια μου. Η παραγγελία έφτασε τελικά στον προορισμό της και μάλιστα λίγο μετά το πρωινό ξύπνημα και το «εξηγώντας το θαύμα» βρισκόταν επιτέλους στα χέρια μου.  

Παρακολουθώντας συστηματικά τη δουλειά του συγγραφέα, τόσο μέσα από την Cosmote TV, όσο και από τη γνωστή ιστοσελίδα gazzeta.gr, ήμουν βέβαιος ότι ο δημοσιογράφος Βασίλης Σαμπράκος θα έκανε τη διαφορά και θα πήγαινε την όλη συζήτηση στο παραπάνω επίπεδο. Και αυτό ακριβώς συνέβη. Η αρχική μου σκέψη ήταν να διαβάσω το μισό την πρώτη μέρα και το άλλο μισό την δεύτερη, σαν κλασσικός φυγόπονος Έλληνας που δεν αγαπά ιδιαίτερα τον κόπο και την κούραση οποιασδήποτε μορφής.

Η δύναμη όμως των κειμένων ήταν τέτοια, που έλεγα μέσα μου φτάνοντας στα μισά «πάμε λίγο ακόμα και άλλο λίγο, λίγο έμεινε…» μέχρι που την ίδια μέρα αργά τα μεσάνυχτα (ξανά) αποφάσισα ότι θα το πάω μέχρι τέλους. Και το πήγα! Έχοντας πάρει έμπνευση από τα όσα διάβαζα, σκεφτόμουν ότι πρέπει να πράξω όπως εκείνη η Εθνική ομάδα. Βήμα- βήμα μέχρι την επίτευξη του τελικού στόχου.

Να κάνω και εγώ την δική μου «υπέρβαση» με γνώμονα την πειθαρχία, τη μέθοδο και την αφοσίωση που έδειξε εκείνη η ομάδα για να φτάσει στο απόλυτο ΕΠΟΣ. Μάλλον χρειάστηκα και εγώ το «Γερμανό» μου όπως τότε η Γαλανόλευκη, γιατί στις περίπου 300 σελίδες του βιβλίου, ο εκλέκτορας της «επίσημης αγαπημένης» Όττο Ρεχάγκελ βρισκόταν σχεδόν παντού. Ήταν τέτοια η περιέργεια μου να δω την συνέχεια που η πλοκή από μόνη της με «έσπρωχνε» να κάνω την δική μου «υπέρβαση», διαβάζοντας με απόλυτη προσήλωση κάτι που σε κανονικές συνθήκες θα ήθελα τουλάχιστον 5 με 6 ημέρες για να το ολοκληρώσω.

Η «μαγεία» του βιβλίου αυτού, βρίσκεται ξεκάθαρα στα κείμενα του. Η λέξη που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω για αυτό είναι μια: ΚΑΘΗΛΩΤΙΚΟ. Μπορεί αυτό που συνέβη στην Πορτογαλία να έμοιαζε ανεξήγητο αλλά η ανάλυση του Βασίλη Σαμπράκου για τα γεγονότα που συντέλεσαν στην τεράστια αυτή επιτυχία, εξηγεί με πάσα λεπτομέρεια ακόμα και την τελευταία απορία του πιο απαιτητικού αναγνώστη.

Από την πλήρη απαξίωση, στην απόλυτη καταξίωση

Πώς ήταν η Εθνική μετά τον Αλκέτα Παναγούλια και πριν τον «Όθωνα». Ποια η νοοτροπία που επικρατούσε στις τάξεις της Ομοσπονδίας, των ποδοσφαιριστών, των συλλόγων και των φιλάθλων; Πώς μια απαξιωμένη ομάδα στα μάτια όλων έγινε πρωταθλήτρια Ευρώπης; Καίρια ερωτήματα με τεκμηριωμένες απαντήσεις.  Όπως και η Ρώμη δε φτιάχτηκε σε μια μέρα, έτσι και αυτή η ομάδα που λειτουργούσε περισσότερο σαν Σύλλογος και λιγότερο σαν Εθνική, χρειάστηκε αρκετό χρόνο επιμονής και υπομονής για να γίνει αυτό που τελικά έγινε. Δεν ήταν μόνο το 2004, αλλά και το 2008 (δεύτερη σερί παρουσία σε Γιούρο και ας αποτύχαμε παταγωδώς), το 2010 (αξιοπρεπέστατη παρουσία στο Παγκόσμιο κύπελλο της Νοτίου Αφρικής μετά τη τραγωδία του 1994) μέχρι να έρθει ένας ακόμη σπουδαίος τεχνικός (ο Πορτογάλος Φερνάντο Σάντος) και να πάρει την «σκυτάλη» των επιτυχιών. Όλο αυτό έγινε με σύστημα, μέθοδο και κυρίως ομαδικό πνεύμα. Ο απείθαρχος αλλά πάντα ψυχωμένος και ικανός Έλληνας, ήθελε όπως αποδείχτηκε – και αυτός- το «Γερμανό» του, για να φτάσει στην κορυφή του «Έβερεστ» και το πέτυχε.

Ο βασιλιάς Όττο και οι πιστοί στρατιώτες του

Το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει και την ελληνική βιογραφία του Όττο Ρεχάγκελ. Η «αλεπού» των πάγκων που ο Θεός του ποδοσφαίρου έστειλε στα μέρη μας για να μας οδηγήσει στη «Γη της Επαγγελίας», είναι το πρόσωπο «κλειδί» στο βιβλίο. Εδώ ο συγγραφέας απλώνει με απίθανη μαεστρία την προσωπικότητα του σπουδαίου Γερμανού, χωρίς ωστόσο να κάνει την «αγιογραφία» του. Ήταν οξυδερκής, εύστροφος, παμπόνηρος, ψυχολόγος, διαχειριστής προσωπικοτήτων από τη μία αλλά και ξεροκέφαλος, καχύποπτος, υποχόνδριος απέναντι σε αυτούς που δεν ανήκαν στην σφαίρα επιρροής του και ιδιαίτερα επιφυλακτικός μαζί τους από την άλλη.

Έβαλε τους κανόνες του, επέβαλε τα «θέλω» του σε παίχτες και Ομοσπονδία δημιουργώντας κάτι σαν μια «απολυταρχική δημοκρατία», όσο οξύμωρο και αν ακούγεται. Ο «νόμος» του ήταν αυτός που έπρεπε να υπακούσουν και να τηρήσουν ευλαβικά άπαντες και ως «μπόνους» θα έπαιρναν και τις ελευθερίες τους εντός και εκτός γηπέδου. Όποιος δεν ακολουθούσε τη γραμμή του έπαιρνε «πόδι». Από την άλλη ζητούσε από τους ποδοσφαιριστές να βγάζουν την προσωπικότητα τους και να παίρνουν πρωτοβουλίες. Αρκεί φυσικά να μην παρεκκλίνουν από τις “κόκκινες γραμμές” που ο ίδιος είχε επιβάλλει. Τόσο απλά!

 Ένας ασυμβίβαστος τύπος που έβαλε τα «δύο πόδια σε ένα παπούτσι» σε όλο τον περίγυρο της Εθνικής, αποβάλλοντας παθογένειες και κακές δημοσιοϋπαλληλικές νοοτροπίες πολλών ετών, έχοντας ως κυριότερο «όπλο» τ’ αποτελέσματα και την ουσία. Δεν έκανε πίσω, δεν δίστασε να «καθαρίσει» εν μία νυκτί ποδοσφαιριστές που άλλοι δεν θα τολμούσαν καν να σκεφτούν, γιατί πίστευε ότι δεν ταίριαζαν στα «θέλω» του, με κίνδυνο να χαλάσει η «χημεία» και η εύρυθμη λειτουργία του συνόλου.

«Φλέρταρε» κάμποσες φορές με την απόλυση. Δέχτηκε σκληρή έως και χυδαία κριτική γιατί χαλούσε τη «μανέστρα» σε πολλούς που αλλιώς είχαν συνηθίσει και μάθει. Τίποτα δεν ήταν εύκολο. Σημαντική η αναφορά σε τρία παιχνίδια που άλλαξαν τη ροή των γεγονότων, αποτίναξαν την ταμπέλα του λούζερ απ’ τα κεφάλια των ποδοσφαιριστών και τους έκαναν να πιστέψουν απόλυτα στους εαυτούς τους. Μια περιπέτεια που ξεκίνησε με τους χειρότερους δυνατούς οιωνούς για τον Ρεχάγκελ μιας και στο ντεμπούτο του στο γαλανόλευκο πάγκο ξεκίνησε με ξεγυρισμένη πεντάρα από τη Φινλανδία (5-1) με τον ίδιο να καλείται να πάρει αποφάσεις που έμελλε στην πορεία να αποδειχτούν καθοριστικές.

Οι ομιλίες του πριν τα ματς, οι παρεξηγήσεις με πολλούς και διάφορους, η αμφισβήτηση, η διαχείριση δύσκολων στιγμών, οι «σειρήνες» από τη Γερμανία όταν ακόμα δεσμευόταν με συμβόλαιο με την ομοσπονδία, η στρατηγική που κέρδισε την τακτική, η ευεργετική συντριβή (4-0) από τους Ολλανδούς πριν το ξεκίνημα του Γιούρο και πολλά άλλα ανέκδοτα παρασκήνια για τον σπουδαιότερο τεχνικό που πάτησε ποτέ το πόδι του στη χώρα μας, σε μια ανάλυση που όμοια της δεν συναντάς πουθενά.

Μεγάλο «μερίδιο» στην απόλυτα ρεαλιστική και κατανοητή διήγηση του συγγραφέα «κλέβουν» και οι «πιστοί στρατιώτες» του βασιλιά Όθωνα: Το «δεξί» του χέρι Γιάννης Τοπαλίδης και ο καθοριστικός ρόλος του στην επιτυχία αφού αποτελούσε τη «γέφυρα» επικοινωνίας μεταξύ των πρωταγωνιστών, ο «μικρός ήρωας» και τιμ μάνατζερ της Εθνικής Γιώργος Παπαλάνης και η αθόρυβη αλλά ουσιαστική του δουλειά, ο κομβικός (όπως αποδείχτηκε στην πορεία) ρόλος του τότε προέδρου της ΕΠΟ Βασίλη Γκαγκάτση που αποτέλεσε την «ασπίδα προστασίας» του και φυσικά οι «ήρωες» ποδοσφαιριστές που έβγαλαν εκατομμύρια Έλληνες στο δρόμο τόσο στην πατρίδα όσο και στο εξωτερικό, Ο λόγος μάλιστα δίνεται απλόχερα σε πολλούς από τους πρωταγωνιστές (Ζαγοράκης, Δέλλας, Φύσσας, Νικοπολίδης, Καραγκούνης, Κατσουράνης, Βενετίδης κ.α.) που επιχειρούν να σκιαγραφήσουν την ιδιαίτερη προσωπικότητα του Όττο και να εξηγήσουν σε όλους, εμάς πώς κέρδισε τον σεβασμό και την εκτίμηση τους, βάζοντάς τους πάντα με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο σε «καλούπια». Κάπως έτσι ένα «σκορποχώρι» έγινε ΟΜΑΔΑ με όλη τη σημασία της λέξεως. Γιατί τίποτα δεν ήταν τυχαίο!

Η καινοτομία της ανάλυσης των μεγάλων αγώνων

Κλείνοντας αυτό το μικρό αφιέρωμα στο σπουδαίο αυτό βιβλίο, αξίζει να σταθούμε και σε μια καινοτομία του Βασίλη Σαμπράκου, σε ότι αφορά την ανάλυση των μεγάλων αγώνων της Εθνικής του Όττο, μέχρι και το ιστορικό βράδυ της 4ης Ιουλίου του 2004. Όποιος παρακολουθεί συστηματικά τη δουλειά του συγγραφέα στα μέσα ενημέρωσης που εργάζεται, θα ξεχωρίσει με τη μία την ικανότητα του στο να εξηγεί τι  ακριβώς βλέπουμε σε κάθε παιχνίδι και να το κατανοήσουμε στον καλύτερο δυνατό βαθμό. Με τη βοήθεια του διακεκριμένου αναλυτή Αθανάσιου Τερζή, η ανάλυση των μεγάλων αγώνων (σε προκριματικά και τελική φάση) είναι απλή, μεστή αλλά και κατανοητή ακόμη και σε εκείνους που δεν έχουν ιδέα από τακτικές και συστήματα. Δε χρειάζεται να διαθέτεις κάποιο δίπλωμα προπονητικής ή να έχεις παίξει ποδόσφαιρο για να καταλάβεις την στρατηγική της Εθνικής αλλά και των αντιπάλων της στα παιχνίδια που πέρασαν στην ιστορία. Έτσι ο καθένας μπορεί να κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο είχε δομήσει εκείνη την ομάδα ο Γερμανός τεχνικός και το μικρό (ποσοτικά) επιτελείο του. Να καταλάβει αλλά και να εξηγήσει (αυτός άλλωστε είναι και ο στόχος) το «θαύμα» της μικρής έως τότε ποδοσφαιρικά Ελλάδας που εντυπωσίασε όλο τον πλανήτη.

  • Το βιβλίο εκδίδεται από τις εκδόσεις ΤΟΠΟΣ
  • Η κεντρική φωτό του άρθρου ανήκει στην ιστοσελίδα ilamia.gr

Σωκράτης Λειβαδάς- Ioniansports.gr

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.